Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ


ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ

από τη Μαρία Στασινοπούλου


Η Δημητσάνα,είναι πετρόχτιστος οικισμός με αξιόλογα αρχοντικά, τα περισσότερα από τα οποία είναι αναστηλωμένα σήμερα. Ο οικισμός είναι χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής της Γορτυνίας και είναι χαρακτηρισμένος παραδοσιακός.


Είναι χτισμένη σε μια ορεινή τοποθεσία πάνω σε λoφοράχη και σε υψόμετρο 950 μέτρων, από τη μεσημβρινή πλευρά της οποίας παρέχεται θαυμάσια θέα της πεδιάδας της Μεγαλόπολης και του Ταΰγετου.Πέτρινα πολυόροφα πυργόσπιτα σκαρφαλωμένα σε δυό λόφους, καλντερίμια λιθόστρωτα, καμπαναριά επιβλητικά, κεφαλόβρυσα. Δροσερός αέρας και μυρωδιά του ξύλου. Θέα πανοραμική στο ορεινό ανάγλυφο της Αρκαδίας.


Αποτελεί έδρα του διευρυμένου δήμου Γορτυνίας, ενώ μέχρι πρόσφατα ήταν έδρα του Δήμου Δημητσάνας. Η ιστορία της αρχίζει κατά τους Ομηρικούς χρόνους, όταν στη θέση της βρισκόταν η μικρή αρκαδική πόλη Τεύθις.
Αποτελεί κοινότητα μαζί με τα χωριά Παλαιοχώρι, Καρκαλού και τις μονές Αιμυαλών - Φιλοσόφου, με συνολικό πληθυσμό 740 κατοίκους. Προπολεμικά η Δημητσάνα είχε διπλάσιο πληθυσμό, το 1960 είχε 2.000, αλλά πολλοί Δημητσανίτες μετανάστευσαν κι εγκαταστάθηκαν στην Αμερική, την Αυστραλία και αλλού.



Η Δημητσάνα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο με το «κρυφό σχολειό» και το 1821 με το «Δημητσανίτικο μπαρούτι» που παρασκεύαζε. Είναι πατρίδα του Εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, του οποίου το άγαλμα δεσπόζει στην κεντρική πλατεία του χωριού, που υπήρξε δωρεά του Μαρασλή, και του Μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανού, όπου αμφοτέρων οι οικίες διασώζονται.Στο μουσείο της Δημητσάνας που στεγάζεται στη Βιβλιοθήκη, εκτίθενται υφαντά, αργαλειοί, είδη λαϊκής τέχνης και αρχαιολογική συλλογή. Λίγο έξω από τη Δημητσάνα βρίσκεται και το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, που στόχο έχει την ανάδειξη των παραδοσιακών υδροκίνητων εγκαταστάσεων που παλιότερα ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στην περιοχή. 
Στην θέση της σημερινής Δημητσάνας υπήρχε η αρχαία Αρκαδική πόλη Τεύθις η οποία είχε συμμετάσχει στον Τρωικό πόλεμο αλλά και στον εποικισμό της Μεγαλόπολης.Το 963 μ.Χ. ιδρύεται η Μονή Φιλοσόφου 2,5 χιλιόμετρα έξω από τη Δημητσάνα. Το όνομα Δημητσάνα αναφέρεται για πρώτη φορά το 967 μ.Χ. σε πατριαρχικό έγγραφο σχετικό με την Μονή Φιλοσόφου. Το 1764 ένας σοφός καλόγερος, ο Αγάπιος, έχτισε βιβλιοθήκη και μετέφερε τα βιβλία από το μοναστήρι. Η βιβλιοθήκη μεγάλωνε συνεχώς μέχρι το 1821, γιατί το Πατριαρχείο έδινε νέα βιβλία καθώς στη Δημητσάνα λειτουργούσε ιερατική σχολή που έγινε γνωστή με τ' όνομα «Φροντιστήριο Ελληνικών Γραμμάτων». 

Η σχολή της Δημητσάνας λειτούργησε από το 1764 και από αυτή αποφοίτησαν πολλοί μητροπολίτες και λόγιοι, ανάμεσά τους ο Γρηγόριος ο Ε' και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός. Κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1821, μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης καταστράφηκε, γιατί οι Έλληνες χρειάζονταν το χαρτί για να φτιάχνουν φυσέκια. 
Επανάσταση 1821


Η Δημητσάνα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση τόσο λόγω των μπαρουτόμυλων όσο και λόγω των σημαντικών Δημητσανιτών που σχετίστηκαν με την αυτήν. Ήδη από τα χρόνια πριν την Επανάσταση η Φιλική Εταιρεία είχε καταφέρει να δημιουργήσει μια επιτυχή επικοινωνία μεταξύ του πυρήνα της Τριπολιτσάς και της ευρύτερης περιοχής Γορτυνίας όπου υπήρχαν αρκετοί μυημένοι. Στις παραμονές της Επανάστασης ο Παπαφλέσσας, μετά τη διαφωνία του με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και καθ’οδόν προς τη Μεσσηνία, κατέλυσε στη Δημητσάνα στο αρχοντικό Αντωνόπουλου ο οποίος ήταν γαμβρός από αδελφή του Κανέλου Δεληγιάννη. Εκεί σύμφωνα με την προφορική παράδοση έγινε ειδική τελετή ορκωμοσίας στο Ευαγγέλιο και συνεστίαση που έμεινε γνωστή ως «Μυστικός Δείπνος». Υπογράφηκε «συνωμοτικό» μετά το οποίο ο Παπαφλέσσας περιβληθείς την φουστανέλα έφυγε για τα Καλάβρυτα. Το ιστορικό αυτό κτίριο σώζεται μέχρι σήμερα ενώ παλαιότερα είχε αποτελέσει τόπο προσκυνήματος διαφόρων στρατηγών. Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης στις εκλογές του 1859 επισκέφθηκε τον πολιτικό του αντίπαλο Αντ. Αντωνόπουλο και γονατίζοντας ασπάσθηκε το έδαφος της ιστορικής αίθουσας λέγοντας «ευλαβής σιγή αρμόζει εν τη αιθούση εκείνη, ήτις πρώτη ήκουσε το μέγα μήνυμα, όπερ εκείθεν σκορπισθέν και θριαμβεύσαν, κατέστησε την Ελλάδα ελεύθερον βασίλειον…»Στους Δημητσανίτες αδελφούς εμπόρους Νικόλαο και Σπυρίδωνα Σπυλιωτόπουλους (ή Σπηλιωτόπουλους) οφείλεται η επαναλειτουργία των μπαρουτόμυλων και σε μεγάλο βαθμό ο εφοδιασμός του αγώνα σε πυρομαχικά. Πριν την Επανάσταση ανακαίνισαν 11 παλαιότερους μπαρουτόμυλους και τους εφοδίαζαν με τις πρώτες ύλες. Το παραγόμενο μπαρούτι και τα υλικά κρύβονταν σε ασφαλή μέρη και στο σπίτι των ιδίων. Κάποτε λόγω τοπικών διχονοιών το μυστικό προδόθηκε στους Τούρκους και τον Φεβρουάριο του 1821 διατάχθηκε έρευνα στο σπίτι των Σπυλιωτόπουλων, γκρέμισμα πέντε μύλων και σφράγισμα των σπιτιών μερικών εργατών. Με εξαγορά και παραπλάνηση των Τουρκικών παραγόντων τελικά δεν βρέθηκε κάτι ύποπτο και οι Σπυλιωτόπουλοι αφέθηκαν ανενόχλητοι.
Τον Φεβρουάριο του 1821 οι Τούρκοι είχαν πλέον βάσιμες υπόνοιες για την επερχόμενη επανάσταση, έτσι κάλεσαν στην Τρίπολη και συνέλαβαν αρκετούς τοπικούς παράγοντες της Πελοποννήσου. Μεταξύ αυτών ήταν ο αρχιεπίσκοπος Δημητσάνας Θεόφιλος ο οποίος πέθανε φυλακισμένος λίγες μέρες πρίν την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς. Είχε επίσης φυλακιστεί και ο Δημητσανίτης μητροπολίτης Αμυκλών και Τριπολιτσάς Δανιήλ. Από τη Δημητσάνα κατάγονταν οι εθνομάρτυρες Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ και ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ Αντωνόπουλος που απαγχονίστηκε στο Νεοχώρι στις 3 Ιουνίου 1821. 


Στη Δημητσάνα παρασκευαζόταν μπαρούτι από την εποχή της πρώτης τουρκοκρατίας (πριν το 1684). Μαρτυρείται η λειτουργία μπαρουτόμυλων από την Βενετική κατάκτηση στα τέλη του 17ου αιώνα και αρχές του 18ου. Αρχικά, πριν φιαχτούν οι μπαρουτόμυλοι, η παραγωγή γινόταν με πρωτόγονα μέσα σε οικιακές συνθήκες. Τον 18ο αιώνα ιδρύθηκαν μπαρουτόμυλοι με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Ανανία. Αυτοί καταστράφηκαν από τους Τούρκους το 1767 και αναστηλώθηκαν και πάλι λίγο πριν την Επανάσταση από τους Νικόλαο και Σπυρίδωνα Σπυλιωτόπουλους οι οποίοι, όπως λέει ο Μιχ. Οικονόμου, «μετέτρεψαν την περιουσία τους σε νίτρο και θειάφι». Με έξοδα των ιδίων και άλλων Φιλικών, πιθανώς και με χρήματα που έφερε ο Παπαφλέσσας, επαναλειτούργησαν οι μπαρουτόμυλοι αποθηκεύοντας πυρίτιδα για τον αγώνα σε μοναστήρια, σπήλαια και υπόγεια. Μετά την έκρηξη της επανάστασης οι μύλοι αυξήθηκαν σε 14. Η καθημερινή παραγωγή υπολογίστηκε σε 150 οκάδες ή και 300-500. Μέσα στο έτος 1821 οι Σπηλιωτόπουλοι προσέφεραν δωρεά μόνο στην Πελοπόννησο 13.106 οκάδες μπαρούτι, 3.510 οκάδες σφαίρες και 804.320 φυσίγγια. Εκτός από τους μπαρουτόμυλους παραγωγή πυρίτιδας γινόταν και στα σπίτια. Οι περισσότεροι Δημητσανίτες γνώριζαν αυτή την τέχνη και ήταν γνωστοί ως «μπαρουξήδες» ενώ η Δημητσάνα ονομάστηκε «μπαρουταποθήκη του Έθνους».

https://el.wikipedia.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.