Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

ΜΥΤΙΛΗΝΗ

  Μυτιλήνη

από τον Δημήτρη Μανιό


Η Μυτιλήνη είναι μια πόλη κτισμένη στο νοτιοανατολικό άκρο της νήσου Λέσβου. Είναι πρωτεύουσα του νησιού, έδρα του νομού Λέσβου και της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, διοικητικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο, με πληθυσμό 27.545 κατοίκους.


Η συνεχής πληθυσμιακή και οικονομική ανάπτυξη της Μυτιλήνης, κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, οδήγησε στην επέκταση του οικιστικού χώρου σε αγροτικές περιοχές  της πόλης, καθώς και στην διαμόρφωση βιομηχανιών δίπλα στα λιμάνια. Η επέκταση επικεντρώθηκε στον βορρά και στον νότο, κατά μήκος της ακτής και των δύο λιμανιών, αλλά η οικιστική εξάπλωση συμπεριέλαβε και τους λόφους στο δυτικό όριο της πόλης. Το εμπορικό, βιοτεχνικό, κοινωνικό και συμβολικό κέντρο της πόλης αποτελεί η οδός Ερμού, που εκτείνεται από βορρά προς νότο, συνδέοντας το βόρειο με το νότιο λιμάνι.
Η μορφή και η θέση των βιομηχανιών της αντικατοπτρίζει τις ευρύτερες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες που επικράτησαν στην περιοχή. Η αρχιτεκτονική μορφή και ο τρόπος κατασκευής τους αντλούσαν πρότυπα από τις αντίστοιχες κατασκευές της Ευρώπης και της Μικράς Ασίας. Πρόκειται κυρίως για ελαιοτριβεία, σαπωνοποιεία και βυρσοδεψεία, καθώς και για μεγάλες αποθήκες, που χτίστηκαν με δομικά υλικά ξυλεία, πέτρες, ασβέστη, τούβλα και κεραμίδια, που προέρχονταν από τη Λέσβο και τη Μικρά Ασία, ενώ εξοπλίστηκαν με μηχανήματα από την Αγγλία, τη Σμύρνη και τον Πειραιά. Στην πόλη της Μυτιλήνης τα περισσότερα βιομηχανικά κτήρια συγκεντρώνονταν στο βόρειο και στο νότιο λιμάνι. Ορισμένα διατηρούνται μέχρι σήμερα, με διαφορετική όμως λειτουργία.


Η οικιστική ανάπτυξη της Μυτιλήνης οδήγησε στην δημιουργία νέων συνοικιών. Ωστόσο, οι περισσότερες συνοικίες διατηρούν μέχρι σήμερα την μορφή και τις ονομασίες των αρχών του 20ου αιώνα.
Οι σημαντικότερες συνοικίες της Μυτιλήνης από βορρά προς νότο είναι:
-Η Επάνω Σκάλα, στο βόρειο λιμάνι, όπου συγκεντρώνονταν τα σπίτια των μουσουλμάνων κατοίκων της πόλης, καθώς και τα νεκροταφεία και πολλά από τα τζαμιά τους. Στην συνοικία αυτή εγκαταστάθηκαν πολλοί Μικρασιάτες πρόσφυγες το 1922. Η συνοικία της Επάνω Σκάλας διατρέχει το βόρειο τμήμα της οδού Ερμού, που αποτελούσε την παλιά Τούρκικη Αγορά.
-Ο Συνοικισμός και η Αγία Κυριακή, κάτω από το Αρχαίο Θέατρο, όπου εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες που ήρθαν στη Λέσβο το 1923, με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Ο Συνοικισμός ("Σαρβαρλί") θεμελιώθηκε τον Μάρτιο του 1929, για να αντιμετωπίσει μαζικά τις μεγάλες ανάγκες στέγασης των προσφύγων και καταλαμβάνει το λόφο δυτικά από το βόρειο λιμάνι.

- Ο Άγιος Συμεών και ο Άγιος Γεώργιος είναι συνοικίες γύρω από τους ομώνυμους ναούς που εκτείνονται στα δυτικά της οδού Ερμού. Η συνοικία του Αγίου Γεωργίου αποτελούσε το νότιο όριο εγκατάστασης των μουσουλμάνων κατοίκων της Μυτιλήνης.
- Οι συνοικίες των Αγίων Θεοδώρων, γύρω από τον ομώνυμο ενοριακό ναό, και του Αγίου Αθανασίου, με επίκεντρο τη Μητρόπολη, εκτείνονται ανατολικά της οδού Ερμού. Πριν από το 1912, εκτός από τις κατοικίες, υπήρχαν εκεί και πολλά εργαστήρια χριστιανών μελών της μέσης αστικής τάξης.


- Ο Άγιος Θεράποντας, γύρω από τον περίφημο ναό, που χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με εντυπωσιακό μέγεθος και αξιόλογη αρχιτεκτονική μορφή. Η συνοικία του Άγιου Θεράποντα, που παλαιότερα αποκαλούνταν και "Αρχοντομαχαλάς", εκτείνεται στα δυτικά της οδού Ερμού, δίπλα στο νότιο λιμάνι, και συγκεντρώνει πλήθος παλιών αστικών κατοικιών της Μυτιλήνης.
 -Η Κουλμπάρα, μια μεγάλη συνοικία, που εκτείνεται στις δυτικές παρυφές του Κάστρου και ανατολικά της οδού Ερμού και περιλαμβάνει πλήθος μικρών γειτονιών, με πυκνή οικιστική δόμηση.


-Το Κιόσκι, στον λόφο νότια της Κουλμπάρας και του Κάστρου, πάνω από το σημερινό λιμάνι. Το Κιόσκι αποτέλεσε μία από τις πιο αριστοκρατικές συνοικίες της Μυτιλήνης, με πολλές αρχοντικές κατοικίες Μυτιληνιών εμπόρων και προξένων, που διατηρούνται μέχρι σήμερα.
- Η Λαγκάδα και το Νιό Χωριό, που καταλαμβάνουν την πλαγιά στην δυτική είσοδο της πόλης. Είναι συνοικίες σχετικά αραιοκατοικημένες με μικρά χαμηλά σπίτια, όπου κατοικούν μέχρι σήμερα κυρίως χαμηλόμισθα και φτωχά στρώματα.
- Το Λαζαρέτο και το Βουναράκι, που αναπτύχθηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα στις ανατολικές παρυφές του λόφου, που βρίσκεται νότια από την Λαγκάδα. Ανάμεσα στη Λαγκάδα και το Λαζαρέτο περνούσε ο ποταμός της Αλυσίδας, που σήμερα έχει πια καλυφθεί από τον υπερκείμενο κεντρικό δρόμο, ο οποίος αποτελεί την δυτική είσοδο της πόλης.
- Ο Μακρύς Γιαλός ήταν συνοικία σχετικά αραιοκατοικημένη με πολλές αρχοντικές αστικές κατοικίες, που διέθεταν μεγάλες αυλές και κήπους κατά μήκος της παραλίας. Από τα μέσα του 20ου αιώνα, στον Μακρύ Γιαλό υπήρχαν πολλά υπαίθρια καφενεία και εξοχικά κέντρα, ενώ μέχρι σήμερα η περιοχή αυτή αποτελεί σημαντικό κέντρο της νυχτερινής ζωής της Μυτιλήνης.
- Η Σουράδα, παλιό θέρετρο των ανωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, έχει πλέον ενταχθεί στον πολεοδομικό ιστό. Σχετικά αραιοκατοικημένη περιοχή, με εντυπωσιακές αρχοντικές κατοικίες που διαθέτουν μεγάλους κήπους και θέα προς τη θάλασσα, όπως και η γειτονική συνοικία του Ακλειδιού, στις νότιες παρυφές της πόλης.
- Η Καλλιθέα και η Χρυσομαλλούσα, πυκνοκατοικημένες συνοικίες στο νοτιοδυτικό άκρο της πόλης. Οι συνοικίες αυτές μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα ήταν περιοχές με περιβόλια και κήπους, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες γνωρίζουν μια ταχύρρυθμη πολεοδομική ανάπτυξη, με πολυκατοικίες και εμπορικά καταστήματα.
- Ο Άνω Χάλικας και ο Κάτω Χάλικας, που αποτελούσαν προάστια της Μυτιλήνης, εντάσσονται σήμερα στον πολεοδομικό ιστό της πόλης, έχουν αραιή δόμηση και αγροτικές κατοικίες και αναπτύσσονται στην πλαγιά πάνω από τη Χρυσομαλλούσα.
Οι οικίες της ανώτερης ελληνικής αστικής τάξης αποτελούν δείγμα της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Επιβλητικές σε όγκο και σε μορφή, με πολλά ευρωπαϊκά στοιχεία στην αρχιτεκτονική τους, υποδηλώνουν την σχέση του τοπικού πληθυσμού με τα αστικά κέντρα της Ευρώπης, στο πλαίσιο του εκτεταμένου δικτύου ανταλλαγών της εποχής. Οι κατοικίες αυτές αντλούν πρότυπα και επιρροές από ποικίλα αρχιτεκτονικά στυλ και ρεύματα, όπως το νεογοτθικό ή το μπαρόκ, ενώ σε γενικές γραμμές κυριαρχεί ο νεοκλασικός και εκλεκτικιστικός ρυθμός. Χτίζονταν κυρίως στις παρυφές της πόλης (εξοχικές κατοικίες), αλλά και σε κεντρικές συνοικίες και για την κατασκευή τους χρησιμοποιούνταν οικοδομικά υλικά, όπως η πέτρα, το ξύλο και τα κεραμίδια, που προέρχονταν από τη Λέσβο ή την δυτική Ευρώπη.


πηγές:  
http://www1.aegean.gr/culturelab/Mytilene_gr.htm
el.wikipedia.org

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2020

ΜΠΑΚΛΑΒΑΣ, ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΑΚΙ ΗΛΕΙΑΣ


ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΜΠΑΚΛΑΒΑΣ

Από την Θεμοκλεία Τσαγκαρλιώτη


ΥΛΙΚΑ

1 κιλό καρύδια
Μισό ποτήρι του κρασιού ελαιόλαδο
1 κιλό φύλλο κρούστας
½ κιλού λάδι για το κάψιμο
300 γραμμάρια φρυγανιά σταρένια
1 κουτάλι του γλυκού (κοφτό) κανέλα
1 κουτάλι του γλυκού (κοφτό) γαρίφαλο
1 ποτήρι του κρασιού ζάχαρη χοντρή
½ ποτήρι του κρασιού λάδι στη γέμιση
ΣΙΡΟΠΙ

1 κιλό ζάχαρη
5 ποτήρια νερό
Λίγη κανέλα
Λίγο λεμόνι
ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Κόβουμε στο μπλέντερ το καρύδι (όχι πολύ ψιλό). Βάζουμε σε μια λεκάνη το καρύδι, τη φρυγανιά, την κανέλα, τα γαρίφαλα, τη ζάχαρη, το λάδι και ανακατεύουμε, για να πάει το λάδι παντού. 
Απλώνουμε τα φύλλα στο ταψί, 4 φύλλα κάτω και 4 φύλλα για επάνω, χωρίς γέμιση. Το κάθε φύλλο το περνάμε λάδι, με το πινέλο. Μετά τα 4 φύλλα κάτω, σε  κάθε ένα φύλλο ρίχνουμε και μια κουταλιά της σούπας καρύδι και το κάθε φύλλο το περνάμε με το πινέλο λάδι. Μπορούμε να μετρήσουμε τα φύλλα και το καρύδι να πέσει ισομετρικά. Όταν βάλουμε και τα τέσσερα τελευταία φύλλα, τα έχουμε περάσει λάδι με το πινέλο και κόβουμε το γλυκό σε κομμάτια. 


Βάζουμε το λάδι σε κατσαρολάκι, για να κάψει, το δοκιμάζουμε με το κουτάλι της σούπας, πρέπει να τσιτσιρίξει. 
Επάνω στο φύλλο, το ρίχνουμε όλο το λάδι σε όλα τα κομμάτια. Ο φούρνος είναι προθερμασμένος, στους 200 βαθμούς.
Το ταψί το τοποθετούμε λίγο κάτω από την μέση του φούρνου και όταν αρχίζει να ψήνεται, χαμηλώνουμε τον φούρνο στους 150 βαθμούς, ώστε να ψηθεί για πάνω από μια ώρα. Προσέχουμε να μην πάρει χρώμα στην αρχή, αλλά μόνο στο τέλος!
Όταν ψηθεί, στο τέλος, αν έχει μείνει λάδι στο γλυκό, το γυρίζουμε λίγο και το αφαιρούμε.

ΣΙΡΟΠΙ

Βράζουμε όλα τα υλικά. Το σιρόπι πρέπει να είναι χλιαρό. 
Αμέσως μόλις βγει το γλυκό από τον φούρνο, καυτό, ρίχνουμε το σιρόπι λίγο λίγο επάνω, με την κουτάλα της σούπας, να πάει παντού.